Θεόδωρος Αποστολόπουλος |
Οι ελλείψεις τροφίμων, ο πληθωρισμός, οι στρατιές των ανέργων και των αστέγων στην Ευρώπη κατά τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο, οδήγησαν τις Κυβερνήσεις στη λήψη προστατευτικών μέτρων, δηλαδή στον περιορισμό της ελευθερίας της αγοράς. Στην Ελλάδα αυτό άρχισε νωρίτερα, κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων. Εκτός από τη διατίμηση των προϊόντων και τον έλεγχο των εισαγωγών και εξαγωγών, ένα ακόμη μέτρο που επιβλήθηκε ήταν το ενοικιοστάσιο (νόμος ΔΞΗ 1912, περί αναστολής παραγραφών), που απαγόρευε ουσιαστικά τις εξώσεις.
Ο νόμος σκόπευε αρχικά να προστατέψει τις οικογένειες των επιστράτων, αλλά κατέληξε να προστατεύει και τους νοικάρηδες που ήταν πλουσιότεροι των ιδιοκτητών. Δεν είναι περίεργο που προκάλεσε τις έντονες αντιδράσεις των μικροϊδιοκτητών κυρίως, που είχαν επενδύσει ό,τι είχαν σε κάποιο ακίνητο και τώρα δεν μπορούσαν να απολαύσουν τους καρπούς της επένδυσής τους. Και σαν να μην έφτανε αυτό, το 1916, η Νομαρχεία επιβάλλει έναν νέο φόρο που θα αύξανε κατά 20% τον ήδη υπάρχοντα φόρο στα ακίνητα.
Αντιδράσεις για την τροποποίηση του 1916
Το 1916, μετά την άρνηση της κυβέρνησης να πολεμήσει στο πλευρό της Αντάντ επιβάλλεται από τους συμμάχους ο ναυτικός αποκλεισμός. Κι ενώ η Αθήνα υποφέρει από την έλλειψη τροφίμων, αντιμετωπίζει ταυτόχρονα σοβαρό πρόβλημα λειψυδρίας που αφήνει τους Αθηναίους ολόκληρες μέρες χωρίς σταγόνα νερό. Παράλληλα, οι πυρκαγιές έχουν καταστρέψει τεράστιες εκτάσεις και σε κάποιες περιπτώσεις (όπως στη μεγάλη πυρκαγιά του Τατοΐου) χάθηκαν ζωές. Τύφος, χολέρα, πανούκλα και φυματίωση σκορπούν τον θάνατο. Και μέσα σε αυτή τη δυστυχία βασιλεύει η αισχροκέρδεια! Ενώ το νόμισμα έχει χάσει τη μισή του αξία, οι τιμές των προϊόντων έχουν διπλασιαστεί, με αποτέλεσμα το κράτος να επιβάλει διατίμηση κάποια βασικά προϊόντα.Ανάμεσα στα φλέγοντα ζητήματα ήταν και οι τιμές των ενοικίων, τα οποία οι ασθενέστερες τάξεις αδυνατούσαν να πληρώσουν. Έτσι, βρίσκονταν συχνά στο δρόμο, χωρίς στέγη και χωρίς χρήματα. Χαρακτηριστικό είναι πως αντιμετώπιζαν εξώσεις ακόμα και οι οικογένειες των στρατευμένων, κάτι που εξόργιζε ιδιαίτερα την κοινή γνώμη.
Μέσα σε αυτό το κλίμα ψηφίστηκε ο νόμος 732 περί προστασίας των ενοικιαστών, το γνωστό «Ενοικιοστάσιο» του 1912 τροποποιημένο. Η νέα εκδοχή ήταν έμπνευση του καθηγητή και τότε Υπουργού Δικαιοσύνης Αντ. Μομφερράτου, βασισμένη σε προτάσεις και συζητήσεις που είχαν αρχίσει επί προηγούμενης κυβέρνησης, ενώ οι ρίζες του νόμου αυτού βρίσκονται στο Βυζαντινό Δίκαιο.
Αντ. Μομφερράτος |
Ο τρόπος με τον οποίον αντέδρασαν ιδιοκτήτες και ενοικιαστές τότε, δεν διαφέρει σε τίποτα από τον τρόπο που αντιμετωπίζουμε σήμερα το πρόβλημα της φορολόγησης των ακινήτων. Η χώρα σε κρίση, οι μεν εναντίον των δε και όλοι μαζί εναντίον της κυβέρνησης, που ποτέ δεν μπόρεσε να αντισταθεί στις εύκολες λύσεις.
Ένας μονίμως προσωρινός νόμος
Ο νόμος έβαινε σταδιακά προς μονιμοποίηση, προκαλώντας την οργή των ιδιοκτητών. Ο «Κτηματικός Σύνδεσμος Αθηνών» ήταν μία μόνο από τις διάφορες ενώσεις που είχαν σχηματιστεί για την αντίδραση στο ενοικιοστάσιο, αλλά και στην παρεμβατικότητα του κράτους γενικότερα. Στις 5 Απριλίου 1917, στην πρώτη γενική συγκέντρωση ιδιοκτητών στο «Κεντρικό Θέατρο» Αθηνών, ο Θ. Αποστολόπουλος εκφωνεί έναν λόγο, στον οποίο παρουσιάζει τα επιχειρήματα που προέβαλλαν οι μικροϊδιοκτήτες ζητώντας την άρση του νόμου αυτού.Αναφερόμενος στη νέα φορολογική επιβάρυνση από τον Δήμο, ο Αποστολόπουλος διαμαρτύρεται: «... αυτή επιβλήθηκε με σκοπό να καλυφθεί η σπατάλη και τα ελλείμματα του παρελθόντος, του οποίου της αμαρτίες καλούμαστε να πληρώσουμε σήμερα εμείς, που δεν μετείχαμε ούτε στη διαχείριση ούτε στη σπατάλη».