Παρασκευή 23 Νοεμβρίου 2012

Λαός και εξουσία ΙΙΙ - Το δικό μας παράδειγμα







Σύμφωνα με τα προηγούμενα, όταν έρθει η ώρα να επιλέξουμε ηγέτη, η φαντασία και το συναίσθημα κατατροπώνουν την ορθολογική σκέψη. Οι εικόνες εξοντώνουν τα επιχειρήματα. Αποφεύγουμε την ανάλυση και αναζητούμε τη διαβεβαίωση. Δεν αναζητούμε τον πιο λογικό ή τον πιο ικανό, αλλά εκείνον που πείθει πως είναι ο πιο δυνατός.
 Οι ομιλίες των πολιτικών αρχηγών, κατά την τελευταία εκλογική αναμέτρηση, μας προσφέρουν μερικά ενδιαφέροντα παραδείγματα εφαρμογής της θεωρίας στην πράξη. Πώς νίκησαν αυτοί που νίκησαν και γιατί έχασαν αυτοί που έχασαν; 
Ένα απόσπασμα από την προεκλογική ομιλία της κ. Α. Παπαρήγα:
«Ποιά κυβέρνηση", αναρωτήθηκε, "από όλες αυτές που προτείνονται, θα υποχρεώσει τα μονοπώλια σε όλους τους κλάδους να καταργήσουν τις ελαστικές εργασιακές σχέσεις, τους μισθούς πείνας, τις ατομικές συμβάσεις με τον τρομοκρατημένο εργάτη και υπάλληλο μπροστά στον κίνδυνο της ανεργίας; Ποιος θα υποχρεώσει την επιστροφή των κουρεμένων αποθεματικών των ασφαλιστικών ταμείων, των ΑΕΙ και των ΤΕΙ, των νοσοκομείων, των ομολογιούχων που εμπιστεύθηκαν σε κρατικά ομόλογα την αποταμίευσή τους;..............Τώρα που η σοσιαλδημοκρατία δεν μπορεί να παραπλανά με μπλόφες όπως πριν, βρήκε άξιο διάδοχο στο πρόσωπο της λεγόμενης ανανεωτικής μεταμελημένης αριστεράς που δεν έχει κανένα πρόβλημα να ρίξει στο πυρ το εξώτερον την πολύτιμη ιστορική πείρα του 20ου αιώνα, την ταξική πάλη
Γι’ αυτό και ζητάμε δύναμη, μεγάλη δύναμη για να γίνουν οι αγώνες πιο αποτελεσματικοί.»
Ποιος θα κάνει ετούτο ή εκείνο; Ποιος θα λύσει τα προβλήματα; Ορολογίες γνωστές μόνο στους εντός του κόμματος, ψυχρές διαπιστώσεις, καμία εικόνα, κανένα συναίσθημα. Η συνταγή της αποτυχίας.
Δεν επιχειρεί καν να πείσει πως μπορεί να λύσει τα προβλήματα, δεν διανοείται την ανάληψη εξουσίας, παρά μόνο «ζητά δύναμη» για να συνεχίσει να εντοπίζει τα προβλήματα. Μπορεί ασφαλώς να ερμηνευτεί ως συνέπεια στην ιδεολογία και ως συνειδητοποίηση της πραγματικότητας. Ο μέσος άνθρωπος όμως, ψηφίζει κάποιον που είναι ή τουλάχιστον παρουσιάζεται δυνατός. Όχι κάποιον που ζητιανεύει δύναμη.
Από άλλο δρόμο οδηγήθηκε στην αποτυχία και ο κ. Στ.Μάνος:
Εκφράσεις όπως «Όλοι, ΣΥΡΙΖΑ, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ υποκύπτουν στον λαϊκισμό και χάνουν την αξιοπιστία τους» και «Πολλοί μάλιστα πρόβαλλαν ως έξυπνη εθνική πολιτική την ιδέα: "τώρα που τα πήραμε, να μη τους τα γυρίσουμε!», εκλαμβάνονται από τον ακροατή ως προσβολές. Διότι οι περισσότεροι υπήρξαν ψηφοφόροι αυτών των κομμάτων και η διαφορά ανάμεσα στο λαϊκό και το λαϊκίστικο δεν είναι κατανοητή στον μέσο ψηφοφόρο. Συμπαθεί οτιδήποτε έχει να κάνει με τον λαό και αντιπαθεί οτιδήποτε στρέφεται εναντίον του. Επιπλέον, κανείς δεν θέλει να τον λες μπαταχτσή, ακόμα και αν είναι.
Σε άλλο σημείο αναφέρει: «Ακύρωση του μνημονίου και των εφαρμοστικών νόμων σημαίνει ότι δεν θέλουμε να συζητήσουμε με τους δανειστές μας». Ασφαλώς και κανείς δεν θέλει να συζητήσει με τους δανειστές του. Το μόνο που θέλει κάποιος που είναι βουτηγμένος στα χρέη, είναι να τους ξεφορτωθεί. Δεν θέλει να συζητήσει, να σκεφτεί και πολύ περισσότερο, δεν έχει καμία όρεξη να βοηθήσει αυτόν που θεωρεί δυνάστη. Αλλά, ο κ. Μάνος δεν το καταλαβαίνει και συνεχίζει:
 «Να είμαστε αρκετά καλοί και ικανοί να βοηθήσουμε τους εταίρους μας όταν μας χρειάζονται. Δεν μπορεί να είναι στόχος μας πως θα πάρουμε όσα περισσότερα μπορούμε κάνοντας όσα λιγότερα μπορούμε.»
Δυστυχώς, ο στόχος των περισσότερων αυτός είναι!
 Ακολουθούν ορθές μεν, αλλά αντιπαθητικές αναφορές σε μείωση του Δημοσίου τομέα και η απαγορευμένη λέξη «απολύσεις» και κάτι εντελώς ακαταλαβίστικα για τον μέσο ψηφοφόρο, περί «συνταγματικής μεταρρύθμισης για πιστή τήρηση ισοσκελισμένων προϋπολογισμών..»
Στεγνός ορθολογισμός, χωρίς ίχνος συναισθήματος.
Ο νικητής των εκλογών κ. Σαμαράς, στην προεκλογική του ομιλία, καταγγέλει το «λόμπι της δραχμής» χρησιμοποιώντας οικείες και κατανοητές εκφράσεις:
«κοψοχρονιά, το μαύρο πρόβατο που έξω από το μαντρί το τρώει ο λύκος, θα χάσουμε τ’αυγά και τα πασχάλια, να βγάλουμε τις κουκούλες»
Συνδέει άμεσα το εγώ με το εμείς, παρουσιάζοντας τον εαυτό του ως απολύτως ικανό να διαχειριστεί ό,τι και αν προκύψει:
«Εμείς μπορούμε να αλλάξουμε τα πάντα στην Ελλάδα. Θα διαφυλάξω, θα κυβερνήσω, θα είμαι σκληρός....Κοιτάξτε γύρω σας. Χιλιάδες ελληνικές σημαίες, όχι κομματικά λάβαρα. Εδώ είναι η Ελλάδα.»
Ανυψώνει το φρόνημα των ακροατών, εγείρει το συναίσθημα, δίνει ελπίδα:
«Όταν οι Έλληνες παίρνουν τη μοίρα τους στα χέρια τους, τότε αλλάζει η μοίρα όλου του τόπου.... Η ενότητα του λαού μας σε δύσκολες στιγμές δεν είναι ευχή, είναι προσευχή.»
Ούτε αναλύσεις, ούτε στατιστικές, ούτε ακατανόητες ορολογίες. Εικόνα και συναίσθημα. Διαβεβαίωση και ελπίδα.
Αντίστοιχα, ο με ελάχιστη διαφορά δεύτερος κ.Τσίπρας, μετέρχεται τους ίδιους τρόπους: 
«Δικαίωμα στο όνειρο και στην ελπίδα...Δεν ισχυριζόμαστε ότι λεφτά υπάρχουν, διαβεβαιώνουμε όμως ότι οι πόροι μπορούν να εξοικονομηθούν χωρίς τις στυγνές περικοπές των μνημονίων......Εκδημοκρατισμός και διαφάνεια...Αλλαγή του νόμου περί ευθύνης υπουργών και ιδιαίτερα των διατάξεων που παραβιάζουν την ισονομία και ισοπολιτεία... Ανάληψη διεθνών πρωτοβουλιών για την πάταξη των αιτιών της μετακίνησης πληθυσμών»
Σύντομες κύριες προτάσεις, ελάχιστες δευτερεύουσες, ασαφείς υποσχέσεις. Τι εννοεί όταν λέει εκδημοκρατισμός; Ποιος αναρωτήθηκε; Ποιος γνωρίζει σε τι διαφέρει η ισονομία από την ισοπολιτεία; Τι είδους διεθνής πρωτοβουλίες μπορεί να αναλάβει για να πατάξει τις αιτίες της μετακίνησης των πληθυσμών; Θα σταματήσει τους πολέμους; Θα εξαλείψει την πείνα; Κανείς δεν έψαξε για απαντήσεις, διότι αυτό που έμεινε να ηχεί στα αυτιά του ακροατή είναι το «διαβεβαιώνουμε». 
  Παραδόξως, όσο πιο ευάλωτοι είμαστε στις ακραίες εξαγγελίες, τόσο περισσότερο πλησιάζουμε τον «μέσο πολίτη». Όσο πιο ασαφείς οι εξαγγελίες, τόσο πιο σίγουροι αισθανόμαστε για την επιλογή μας. Όσο λιγότερο χρειάζεται να σκεφτούμε, τόσο πιο εύκολα αποφασίζουμε.

Αθηνά Ταρλά