![]() |
Δ. Μπαϊρακτάρης |
Ανάμεσα σε αυτούς ήταν οι αεριτζήδες και οι κράχτες, τους οποίους είχαν προσλάβει οι διευθυντές των λεσχών, ώστε να παριστάνουν τους παίχτες και να δίνουν "μπρίο"στο παιχνίδι. Στο τέλος της ημέρας έπαιρναν το μερίδιό τους από το μαγαζί, ήταν κέρδιζαν είτε έχαναν. Αν και παρακατιανοί, ήταν ντυμένοι ευπρεπώς, με ωραίες γραβάτες, λουστρίνια και είχαν ευγενέστατους τρόπους εκτός αν έπρεπε να επέμβουν σε κάποια σοβαρή συμπλοκή, υπερασπιζόμενοι το δίκιο του μαγαζιού. Καμιά φορά οι διαπληκτισμοί ήταν πολλοί σοβαροί, αλλά η αστυνομία άφηνε τους χαρτοπαίκτες να τα βρουν μόνοι τους.
Στον "Ερμή"όμως δεν συνέβαιναν ποτέ έκτροπα γιατί ήταν στέκι αριστοκρατικό. Οι θαμώνες του ήταν πρώην υπουργοί, υπασπιστές του βασιλιά, βουλευτές και δικαστικοί, μεγαλέμποροι και αξιωματικοί του στρατού. Με εξαιρετικό φωτισμό, καλή θέρμανση και δωρεάν τσουρεκάκια και σοκολάτα, η λέσχη ήταν πάντα γεμάτη τα βράδια της παραμονής της Πρωτοχρονιάς.
Η ιστορία διαδραματίζεται κατά τη διάρκεια της πρωτοχρονιάς εκείνης που ακολουθεί την απόφαση του πρωθυπουργού Δηλιγιάννη να εξαλείψει την χαρτοπαιξία, η οποία έχει εξαπλωθεί επικίνδυνα. Ο Θεόδωρος Βελλιανίτης, δημοσιογράφος, λογοτέχνης και πολιτικός, μαζί με τον φίλο του Γεώργιο Σουρή, τον γνωστό ποιητή, επισκέπτονται τη λέσχη 'Ερμής", ως τακτικοί θαμώνες.
Στις έντεκα ήταν η ώρα να κοπή η βασιλόπιτα και στη συνέχεια θα ακολουθούσε χαρτοπαιξία ως το πρωί, κατά το έθιμο. Όλοι οι τακτικοί θαμώνες ήταν εκεί: ο επίλαρχος, ο νομικός σύμβουλος, ο Κατσίμπαλης, ο Στεφάνωρ και όλοι είχαν ήδη ακούσει τις φήμες πως οι λέσχες επρόκειτο να τεθούν υπό διωγμό άμεσα. Κανείς δεν πίστευε όμως πως θα εφαρμοζόταν τέτοιο μέτρο, ειδικά πρωτοχρονιάτικα! "Λόγια της καραβάνας, έλεγε ο Στεφάνωρ. Ποιος είναι εκείνος που θα κλείσει τις λέσχες και θα μας κόψει τη διασκέδαση;"
![]() | |
Χωροφυλακή, 1900 |
Ο Μπαϊρακτάρης, αφού τέλειωσε με τα διδικαστικά τους έδιωξε λέγοντας: "Τώρα εσείς κύριοι, τραβάτε στα σπίτια σας και κοιτάτε μην σας βρούμε σε κανένα χαρτοπαίγνιο, γιατί θα πάτε όλοι στο φρέσκο". Οι δύο φίλοι έφυγαν αμέσως και πήγαν σε ένα φιλικό σπίτι του Σουρή, στο οποίο τους είχαν προσκαλέσει. Η πίτα είχε κοπεί και οι καλεσμένοι έπαιζαν τριανταμία με πενταροδεκάρες, όπως ήταν ήδη η συνήθεια. Η οικοδέσποινα τους υποδέχτηκε φιλικά και τους είπε:
"Γιατί εσείς ήρθατε έτσι αργά; κάπου αλλού θα κόψατε τη βασιλόπιτα βέβαια".
Και της απάντησε ο Σουρής: "Εμάς, μας έδωσε κυρά μου, τη χυλόπιτα ο Μπαϊρακτάρης"
(Από το άρθρο του Θ. Βαλλιανίτη στην εφημερίδα Εμπρός, 1/1/1927)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Εδώ υποστηρίζουμε τα ελληνικά γράμματα. Σεβόμαστε τον κώδικα επικοινωνίας του διαδικτύου και δεν "φωνάζουμε" χρησιμοποιώντας κεφαλαία. Είμαστε ευγενικοί και κουβεντιάζουμε πολιτισμένα.