Δευτέρα 5 Αυγούστου 2013

Βαλτώσαμε!


 Προσπαθώ απεγνωσμένα να αλλάξω γνώμη. Δεν μου αρέσουν τα συμπεράσματα στα οποία έχω καταλήξει. 
Έχω αλλάξει πολλές φορές γνώμη στη ζωή μου και θεωρώ πως μόνο έτσι εξελίσσεται ο άνθρωπος. Όταν έχει το θάρρος να αναγνωρίσει πως, είτε η προηγούμενη γνώμη του ήταν λάθος είτε ήταν κάποτε σωστή αλλά δεν ισχύει πια. 
Και έφτασε η στιγμή που δεν μπορώ να εξελιχτώ. Να πω «αλλάζω γνώμη» και αυτό είναι μαρτύριο. Είναι βάλτος και τον φοβάμαι. 
Ό, τι και αν συμβεί, ό, τι και αν διαβάσω στις ειδήσεις με καθηλώνει στην άποψη που θέλω σαν τρελή ν’ αρνηθώ: Εμείς φταίμε! 
Διαβάζω ιστορία και αυτή μου λέει, πως τίποτα ποτέ δεν άλλαξε, αν δεν το ήθελαν οι πολλοί. Στη Δημοκρατία, γιατί σε ένα ολοκληρωτικό καθεστώς αλλάζεις ό, τι θέλεις και οι πολλοί ακολουθούν. 
Δεν θέλουμε να αλλάξουμε. Μας αρέσει αυτό που είμαστε (στους πολλούς), μας αρέσει η αταξία, ευτυχούμε ζώντας παρορμητικά, αισθανόμαστε ζωντανοί γκρινιάζοντας. Είμαστε ένας λαός που πέρασε δια πυρός και σιδήρου, ξενιτεύτηκε, έχυσε αίμα προστατεύοντας αφηρημένες και υψηλές ιδέες, εργάστηκε σκληρά, γλέντησε τη ζωή, γέλασε και έκλαψε με πάθος. Αγαπώ την Ελλάδα και την ιστορία της και αγαπώ ένα σωρό ιδιοτροπίες που έχουμε, και ας τις λένε οι άλλοι κουσούρια. 
Υπάρχουν δύο πράγματα όμως, που με θλίβουν και βάζουν εμπόδια στην εξέλιξή μου. Ένα είναι αυτό που εντοπίζει ο Ράμφος στη σχέση μας με τον χρόνο. Στην πραγματικότητα είμαστε απροσάρμοστοι και αρνούμαστε να αντιληφθούμε τις αλλαγές που συμβαίνουν γύρω μας. Αυτό το ελάττωμα μας «ευνουχίζει» και δεν μας αφήνει να γονιμοποιήσουμε την εποχή μας. Και μένουμε στο παρελθόν, θλιβερά απολιθώματα ευτυχισμένων εποχών. 
Το άλλο είναι πως δεν είμαστε έντιμοι. Εξαπατούμε τους γύρω μας και αυτό μας κάνει να αισθανόμαστε δυνατοί και έξυπνοι. Ο γιατρός, ο έμπορος, ο δικηγόρος, ο ταξιτζής, ο τεχνίτης και πολλοί άλλοι. Όλοι προσπαθούν να εξαπατήσουν, να κερδίσουν εις βάρος των διπλανών τους, δημιουργώντας ένα κλίμα καχυποψίας, μέσα στο οποίο η πρόοδος είναι αδύνατη. Πείτε μου, πόσο ευτυχισμένοι γίναμε ζώντας με αυτόν τον τρόπο; Πόσο Έλληνες είμαστε από την ώρα που αρνηθήκαμε κάθε μη υλική αξία;

Οι αρχαίοι Έλληνες έγιναν το φως της οικουμένης, επειδή δεν είχαν ένδοξους προγόνους να λιβανίζουν. Ήταν απόλυτα εναρμονισμένοι με την εποχή τους μέχρι που πέρασαν μπροστά από αυτήν. Ήταν άνθρωποι που πρόκοψαν ως άτομα και ως κοινότητες, γιατί εκτιμούσαν και επεδίωκαν τον πλούτο χωρίς να τον βάλουν πρώτο στην κλίμακα των αξιών τους. Πρώτα ήταν η καλή φήμη. Πάνω από όλα! «Τι θα λένε για εμένα, για τους γονείς, τα παιδιά μου και την πόλη μου, όταν θα έχω φύγει από τη ζωή», αυτό απασχολούσε την ψυχή του αρχαίου. Επειδή αγαπούσε τον εαυτό του, αλλά δεν μπορούσε να τον αντιληφθεί έξω από την κοινότητα. Έτσι, το συμφέρον του ήταν το συμφέρον όλων. Κι εμείς παριστάνουμε πως τον θαυμάζουμε χωρίς να του μοιάζουμε σε τίποτα! 

Εμείς σερνόμαστε στα πόδια του κάθε πολιτευτή για να βολευτούμε. Εμείς φοβόμαστε μην αλλάξει κάτι στη βολεμένη ζωή μας, γιατί νιώθουμε τρόμο μπροστά στο καινούργιο. Δειλοί απόγονοι γενναίων προγόνων. Εμείς προδώσαμε το καλό γούστο και σκορπίζουμε τις αισθήσεις μας σε ανίερους βωμούς φάλτσων, ακαλλιέργητων και απολίτιστων όντων, που έχουν το θράσος να αποκαλούν τους εαυτούς τους καλλιτέχνες. Εμείς αποθαρρύνουμε τα παιδιά μας να ασχοληθούν με την αληθινή τέχνη, γιατί δεν φέρνει χρήμα. Αποτρέπουμε την σκέψη, γιατί φοβόμαστε την κριτική. Εμείς βρωμίζουμε τη γειτονιά, την πόλη, την χώρα μας και κάναμε πατρίδα μας τους τέσσερις τοίχους του δανεικού σπιτιού μας. Εμείς δεν ξέρουμε πια να συζητάμε, μονάχα ουρλιάζουμε και εχθρευόμαστε όποιον διαφωνεί μαζί μας. Εμείς γίναμε χειρότεροι και από τους Βάνδαλους!

Θέλω να αλλάξω γνώμη και να πάψω να πιστεύω πως μας αξίζει αυτό που ζούμε. 
Να ζήσω τη μέρα που θα καταλάβουμε πως αυτά που κερδίζει ο επιχειρηματίας και ο «καλλιτέχνης», που αγνοώντας τον νόμο εξακολουθούν και μας πουλάνε τα σκουπίδια τους, είναι αυτά που εξαφανίζονται από το πορτοφόλι του δύστυχου παππού που εξαρτάται από ένα χρεοκοπημένο ταμείο. Δεν είναι ζήτημα χρημάτων τόσο, όσο είναι ζήτημα ηθικής. Πολιτικής ηθικής και όχι θρησκευτικής. Να καταλάβουμε πως ουρλιαχτά και φοβέρες, ρόπαλα και πέτρες ταιριάζουν σε θηρία και όχι σε ανθρώπους. 
Ο κόσμος αλλάζει και ο κόσμος δεν είμαστε μόνο εμείς. Εκείνοι που επιζούν στις μεγάλες αλλαγές είναι οι επινοητικοί, οι έξυπνοι, οι εργατικοί. Όχι αυτοί που έχουν την πιο δυνατή φωνή. Αυτοί χάνονται πρώτοι.
Θέλω να είμαστε αυτοί που είμαστε, αλλά να ζούμε στο σήμερα και να ζούμε έντιμα. Δεν είναι κακό να αλλάξεις αυτό που σε κρατάει κάτω. Δεν ζηλεύω κανέναν λαό, γιατί ο καθένας έχει τα δικά του κουσούρια και δεν πιστεύω στη μίμηση. Με ενδιαφέρει το σπίτι μου και ο τόπος μου, για τον οποίο αδιαφορούμε ακόμα και τώρα που γκρεμίζεται μέρα με τη μέρα. Με ενδιαφέρει, γιατί είναι κομμάτι του εαυτού μου και όλοι είμαστε κομμάτι του. Εμείς είμαστε οι κάτοικοι, το έθνος, ο λαός, το κράτος, όλα εμείς είμαστε. 

Ό, τι δεν αλλάζει, πεθαίνει στη μούχλα σαπίζοντας. Κανένας Περικλής και κανένας Λεωνίδας δεν μας σώζει όσο τους μπαφιάζουμε στα λιβανίσματα. Τα λιβανίσματα είναι για τους νεκρούς!  Ό, τι μπορούν να μας προσφέρουν είναι οι αξίες που υπηρέτησαν και οι οποίες γέννησαν τον ορθολογισμό χωρίς να εξοντώσουν το συναίσθημα και το κέφι για ζωή. Αυτές τις αξίες οφείλουμε να προσαρμόσουμε στην εποχή μας, αντί να πιθηκίζουμε, να τις ζωντανέψουμε και να τις κάνουμε σύγχρονες. Να αγαπήσουμε την Ελλάδα που έχουμε σήμερα, να τη διορθώσουμε, να την κάνουμε να λάμψει. Να φτιάξουμε τους δικούς μας Παρθενώνες, που θα συντροφεύουν τον παλιό, να αναδείξουμε τους δικούς μας Όμηρους, που θα βγάλουν τον παλιό από την μοναξιά του. 
Να υπηρετήσουμε και πάλι τη λογική. Όχι την κοινή. Την ορθή! 
Κι εκείνοι από το τίποτα ξεκίνησαν. Από τους φτωχούς, σκοτεινούς χρόνους σήκωσαν το κεφάλι και αντίκρισαν το φως!

Έχω τόσο μεγάλη ανάγκη να αλλάξω γνώμη!