Ξενοφών, ο πολεμικός ανταποκριτής και ιστορικός βιογράφος
Ο Ξενοφών ήταν ένας από τους πολλούς συγχρόνους του που επιχείρησαν να συμπληρώσουν την ιστορία του Θουκυδίδη, της οποίας η αφήγηση σταματά το 411. Με τα γεγονότα αυτού του έτους ξεκινά ο Ξενοφών τα «
Ελληνικά» του, μία καταγραφή ιστορίας εντελώς διαφορετική από εκείνη του Θουκυδίδη. Ο Ξενοφών ενδιαφέρεται πολύ για την παρουσίαση των χαρακτήρων και τη δημιουργία εντυπωσιακών σκηνών. Ωστόσο, παραλείπει πολύ σημαντικά ιστορικά γεγονότα, όπως την ίδρυση της Β΄ Αθηναϊκής συμμαχίας ή την μάχη της Κνίδου, ενώ αναλύει διεξοδικά γεγονότα που δεν έχουν τόσο μεγάλη σημασία. Δεν τον απασχολεί η ανάλυση των πολιτικών δυνάμεων ή η εξέταση των βαθύτερων αιτίων, όσο τον απασχολεί η ψυχολογία των πρωταγωνιστών σε κάθε περιστατικό. Η αγάπη του για τη βιογραφία διαποτίζει την ιστορία του, η οποία στοχεύει στην κατανόηση των χαρακτήρων και όχι των γεγονότων, όπως γίνεται φανερό από σκηνές όπως η είσοδος του Αλκιβιάδη στην Αθήνα κατά τον εορτασμό των Πλυντηρίων (I4, 8-20). Η τεχνικές των ρητόρων έχουν επηρεάσει όλα τα συγγραφικά είδη, ακόμα και την ιστοριογραφία, που αυτή την εποχή στοχεύει περισσότερο στον εντυπωσιασμό και την ψυχαγωγία, τάση που θα ενταθεί καθώς περνούν τα χρόνια που οδηγούν στην παρακμή του θεσμού της ανεξάρτητης πόλης.
|
Η πορεία των Μυρίων |
Ο Ξενοφών ήταν συντοπίτης του Ισοκράτη, από τον Δήμο Ερχιάς, τα σημερινά Σπάτα, όπου και γεννήθηκε το 430 περίπου. Υπήρξε μαθητής του Σωκράτη, ικανός ιππέας και κυνηγός και ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του ως «πολεμικός ανταποκριτής», γράφοντας την ιστορία της εκστρατείας του Κύρου εναντίον του αδελφού του, του Αρταξέρξη Β΄. Υπηρετώντας στον μισθοφορικό στρατό ο Ξενοφών, καταγράφει την περιπέτεια των Ελλήνων κατά την δραματική τους οπισθοχώρηση, μετά τον θάνατο του Κύρου, προς τη Μαύρη Θάλασσα. Το έργο αποτελείται από επτά βιβλία και το γνωρίζουμε ως «
Κύρου Ανάβαση», αν και ο πρωτότυπος τίτλος του ήταν, μάλλον, «Η Εκστρατεία των Μυρίων». Το εγκώμιο του Κύρου, γνωστό ως «
Κύρου Παιδεία», αναφέρεται ως το πρώτο ιστορικό μυθιστόρημα, μέσω του οποίου ο συγγραφέας εκφράζει τις απόψεις του για τον ιδανικό μονάρχη, αναδεικνύοντας τα χαρίσματα του Κύρου, τον οποίο θαύμαζε ιδιαίτερα.
Δεν έκρυβε, όμως, τον θαυμασμό του και για τους Σπαρτιάτες, και ειδικά για τον βασιλιά
Αγησίλαο, στο πλευρό του οποίου πολέμησε στη μάχη της Κορώνειας το 394. Στο ομώνυμο έργο, τον παρουσιάζει ως εξαιρετικό στρατηγό, ευσεβή και ακέραιο χαρακτήρα, με όλες τις αρετές στις οποίες η Σπάρτη όφειλε το μεγαλείο της. Οι Αθηναίοι δεν του συγχώρησαν αυτή την ενέργεια εναντίον τους και τον εξόρισαν. Οι Σπαρτιάτες τον τίμησαν και του παραχώρησαν ένα κτήμα στον Σκιλλούντα, κοντά στην Ολυμπία, όπου έμεινε με ευχαρίστηση μέχρι το 370 που την περιοχή κατακτούν οι Ηλείοι, μετά από τη σύγκρουση που είχαν με τους Σπαρτιάτες στα Λεύκτρα. Είναι η εποχή που η Αθήνα προσπαθεί να συμφιλιωθεί με τη Σπάρτη και μέσα σε αυτό το καλό κλίμα, η εξορία του Ξενοφώντα ανακαλείται. Δεν γνωρίζουμε αν ο ίδιος επέστρεψε τότε στην Αθήνα, γνωρίζουμε όμως πως οι γιοί του υπηρέτησαν στο ιππικό της πόλης (ο Γρύλλος, μάλιστα, σκοτώθηκε στη μάχη της Μαντίνειας το 362).
Ένας κόσμος μπροστά σε ένα κρίσιμο δίλημμα
Η τέχνη της ρητορικής έχει επηρεάσει κάθε έκφανση της τέχνης και των γραμμάτων και μαζί με την στροφή προς την αναζήτηση της προσωπικής ευδαιμονίας περισσότερο παρά της συλλογικής και ο κόσμος χάνει το ενδιαφέρον του για την πολιτική. Στο θέατρο, ο θεατής διασκεδάζει πλέον με έργα που δίνουν έμφαση περισσότερο στην πλοκή και όχι στους χαρακτήρες και κωμωδίες που χρησιμοποιούν ηπιότερη γλώσσα. Σε αυτή την εποχή ανήκουν τα δύο τελευταία έργα του Αριστοφάνη, οι Εκκλησιάζουσες (392) και ο Πλούτος (388) στα οποία αντιλαμβάνεται κανείς τη διαφορά, συγκρίνοντάς τα με τα προηγούμενα έργα του.
Μετά τη μάχη της Μαντίνειας, όλες οι ελληνικές πόλεις είναι αποδυναμωμένες οικονομικά και στρατιωτικά από τις συνεχείς συγκρούσεις. Γράφει ο Ξενοφών στα Ελληνικά του, τα οποία τελειώνουν με αυτή τη μάχη: «
Όλοι οι Έλληνες συμμετείχαν και έβαλαν τους εαυτούς τους σε δύο αντίθετα στρατόπεδα. Όποιος νικούσε στη μάχη θα γινόταν κυρίαρχος ενώ οι νικημένοι υπόδουλοι του - αλλά οι θεοί αποφάσισαν να δώσουν νίκη και λάφυρα και στα δύο στρατόπεδα... μετά τη μάχη προκλήθηκε μεγαλύτερη σύγχυση και σύγκρουση στην Ελλάδα, παρά πριν τη μάχη.»
|
Φίλιππος Β΄ |
Μέσα σε αυτή τη σύγχυση, λοιπόν, ο Ισοκράτης προσπαθεί να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη των συμπατριωτών του στον εαυτό τους και να τους πείσει πως ο μόνος τρόπος που τους μένει για να ανακτήσουν τη χαμένη τους αίγλη είναι να ενωθούν με τους υπόλοιπους Έλληνες. Οι «σωκρατικοί» προάγουν έναν βίο με επίκεντρο την ασκητική, τις ηδονές ή την αμφισβήτηση, ανάλογο με τον τρόπο που ο καθένας τους ερμήνευσε τη φιλοσοφία του δασκάλου. Ο Πλάτων επενδύει στην ανάπτυξη της επιστημονικής σκέψης και την επίτευξη ενός βίου ενάρετου, μιας πολιτείας στην οποία θα βασιλεύει η δικαιοσύνη. Τότε εμφανίζεται στην Αθήνα ο νεαρός Αριστοτέλης, ο μαθητής που αγαπούσε τα βιβλία και που δεν δίσταζε να εκφράζει τις αντιρρήσεις του ενώπιον των συντρόφων του στην Ακαδημία.
Το 359 ο Φίλιππος στέφεται βασιλιάς των Μακεδόνων, γεγονός που θα επιφέρει περισσότερες αλλαγές στην κοινωνία, καθώς τόσο η Αθήνα όσο και οι άλλες ελληνικές πόλεις θα έρθουν αντιμέτωπες με μία νέα πρόκληση.
Σημ: όλες οι χρονολογίες είναι π.Χ, εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.