Πέμπτη 29 Μαρτίου 2018

Ο Καραθεοδωρή για την επιστήμη, την άγνοια και τον μαρξισμό.



Κάποτε ρώτησαν τον Καραθεοδωρή, ποιο οικονομικό μοντέλο θεωρεί το πιο σωστό κι εκείνος απάντησε:
«Κανένα δεν με ικανοποιεί. Απ’ όσα έτυχε να διαβάσω, διαπίστωσα πως η αναγνώριση υπερβολικής αρμοδιότητας στους οικονομολόγους είναι σφαλερή κατά τούτο: ότι οι άνθρωποι αυτοί δεν βλέπουν παρά μία μόνο πλευρά του ζητήματος με μία ανεξήγητη επιμονή. Μιλούν για κρίση χρήματος, ως εάν το χρήμα ήταν μία αξία απόλυτη. Αλλά είναι;
Το χρήμα είναι σύμβολο, είναι κάτι που αντλεί αξία διότι θέλουν οι άνθρωποι να του δώσουν αξία, αυτό καθ’ εαυτό δεν έχει καμία απολύτως αξία. Πώς, λοιπόν, μπορεί να στηριχτεί σοβαρώς ότι η κρίση είναι οικονομική καθαρώς και όχι ψυχολογική;»
Ήταν και τότε εποχή μεγάλης οικονομικής κρίσης, τόσο μεγάλης που η ανθρωπότητα οδηγήθηκε και πάλι σε έναν μεγάλο πόλεμο, σε μία σφαγή χωρίς έλεος. Τι εννοούσε άραγε ο Καραθεοδωρή όταν μιλούσε για κρίση ψυχολογική; Πώς είχε διαμορφωθεί μία τέτοια ψυχολογική κατάσταση που οδήγησε για δεύτερη φορά σε παγκόσμιο πόλεμο;

Η ακατανόητη υστερία

«Οι άνθρωποι πιθανόν φαντάστηκαν πως τα μετέπειτα του Μεγάλου Πολέμου θα ήταν η Εδέμ. Όταν είδαν, προϊόντος του χρόνου, ότι ο παράδεισος είναι μεν ωραίο όνειρο, αλλά όχι και τόσο πιθανή πραγματικότητα, τότε απογοητεύτηκαν, τρομοκρατήθηκαν, απέκρυψαν τις συμβατικές δυνάμεις της ζωής, ακινητοποίησαν το χρήμα και δημιούργησαν δυσχέρειες, βάρυναν την ατμόσφαιρα.
Αν θέλετε να μιλήσουμε ειλικρινώς, φρονώ αδιστάκτως πως στις εκδηλώσεις της ζωής υπάρχει πολλή φαντασία και καρδιά. Και όπως ουδεμία ευτυχία της ανθρωπότητας έχει την έκταση και τον χαρακτήρα που επιχειρούν συχνά να της δώσουν οι άνθρωποι, έτσι και ουδεμία κρίση φέρει τις καταστροφές που συνθέτει και παρουσιάζει η φαντασία της Κασσάνδρας. Και αυτά, αν θέλουμε να περιορισθούμε στα στενά πλαίσια της κοινωνικής παρατήρησης, χωρίς να θέλουμε να φιλοσοφήσουμε συστηματικότερα.
Η ανθρωπότητα, όπως γνωρίζετε, θεοποίησε τις φυσικές επιστήμες κατά τον 19ο αιώνα. Μερικές σημαντικές προόδους των θετικών επιστημών δεν τις χαιρέτισε με το πρέπον μέτρο, αλλά με μία υστερία ακατανόητη και αντιεπιστημονική. Απέδωσε σε ώρες ενθουσιασμού, στις φυσικές επιστήμες προθέσεις που δεν τις είχαν ποτέ και που δεν είναι και έργο τους να τις έχουν. Εννοώ την λύση, μέσω των φυσικών επιστημών των μεγάλων προβλημάτων της ζωής, την διαφώτιση του μυστηρίου που την περιβάλλει. Και ήταν μία τραγική πλάνη αυτό, διότι οι φυσικές επιστήμες ουδέ κατ’ ελάχιστον έκαναν σοφότερο τον άνθρωπο σε αυτόν τον τομέα.»
Πράγματι, ήταν μία από τις περιόδους εκείνες της ανθρώπινης ιστορίας, που η επιστήμη διεκδικούσε τη θέση του θεού, σαν να μπορούσε να δώσει απαντήσεις στα πάντα. Η επιστήμη ήταν μία νέα θεότητα στην οποία οι άνθρωποι εναπόθεταν κάθε ελπίδα τους, βέβαιοι πως όλα μπορεί να τα εξηγήσει και όλα να τα θεραπεύσει. Η μεταφυσική, η μελέτη όλων εκείνων που ο άνθρωπος νοεί μόνο με τη σκέψη, αλλά δεν μπορεί να τα δει, να τα ακουμπήσει, να τα μετρήσει, έχανε έδαφος και αντιμετώπιζε τον χλευασμό των νέων επιστημόνων και φιλοσόφων. Είχε άραγε ελπίδες να πετύχει αυτή η προσπάθεια του αφανισμού της μεταφυσικής;

Ignoramus et ignorabimus

«Προσπάθεια μάταιη, διότι η μεταφυσική δεν μπορεί να λείψει. Η πλάνη όμως αυτή δημιούργησε ψευδαισθήσεις, φρούδες ελπίδες και κρίση σε πολλά κρανία. Αλλά τι φταίνε οι φυσικές επιστήμες όταν ζητούν από αυτές πράγματα ξένα προς τη φύση τους; Και τι φταίνε αν τις ονόμασαν θετικές διότι νόμισαν πως αυτές είπαν την τελευταία τους λέξη. Αλλά αυτές δεν πλησιάζουν παρά κατά προσέγγιση στην λύση των περισσότερων προβλημάτων. Λόγου χάρη, η κλασική μηχανική, εφαρμόσιμη και χρήσιμη προκειμένου να κατασκευάσουμε μία γέφυρα, είναι τελείως ανεφάρμοστη αν θελήσουμε να την εφαρμόσουμε στα άτομα, σε μία ελάχιστη υποδιαίρεση της ύλης, και ακόμα πιο ανεφάρμοστη προκειμένου περί των κόσμων των ουρανίων σωμάτων.» 
Σε ορισμένες περιπτώσεις, λέει ο Καραθεοδωρή, ισχύει η ρήση του Dubois Raymond: ignoramus et ignorabimus (δεν γνωρίζουμε και δεν θα γνωρίσουμε) 

Ο Άινσταϊν και ο Μαρξισμός

Οι θεωρίες του κομμουνισμού, προτάσσοντας τις ανθρώπινες αξίες πάνω από τις οικονομικές, άρχισαν τότε να κερδίζουν οπαδούς. Ήδη από τότε, κάθε φιλειρηνική και ανθρωπιστική άποψη άρχισε να ταυτίζεται με τις κομμουνιστικές ιδέες. Η τελευταία ερώτηση στην οποία κλήθηκε να απαντήσει ο σπουδαίος μαθηματικός και φίλος του Άινσταιν, ήταν αν οι απόψεις του φίλου του τον κατέτασσαν στην χωρία των μαρξιστών.
«Ο Αινστάιν είναι φίλος μου και τον γνωρίζω άριστα. Μπορεί να καταδικάζει τους εξοπλισμούς, να βλέπει ορισμένες αφροσύνες των κυβερνώντων, να αποκρούει τον στενόκαρδο εθνικισμό, αλλά δεν θα βρει λύσεις ουσιαστικές στον κομμουνισμό αν θελήσει να σκεφτεί όχι με το συναίσθημα, αλλά να κρίνει με το επιστημονικό πρίσμα την θεωρία. Ότι μπορεί να βρεθούν, όχι ένας, αλλά πολλοί τρόποι καλύτερης διακυβέρνησης των ανθρωπίνων πραγμάτων είναι ένα ζήτημα, και είναι εντελώς άλλο ζήτημα αν μία θεωρία είναι ολόσωστη ασυζητητί. Γι’ αυτό είναι πολύ δύσκολο να πει κανείς πως το κοινωνικό πρόβλημα είναι τούτο ή εκείνο και η θεραπεία αυτή ή η εκείνη.»

Κράτησα αυτή τη συνέντευξη που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Πρωία" της 17ης Φεβρουαρίου 1932, για δύο λόγους.
Πρώτον, ως ένα δείγμα υγιούς σκεπτικισμού, ενός επιστήμονα, που δεν ήταν βέβαια δάσκαλος του Άινσταϊν, όπως πολλοί αρέσκονται να διαδίδουν, ήταν όμως ένας από εκείνους που συμβουλευόταν για ζητήματα μαθηματικών, όπως αποδεικνύεται από την αλληλογραφία τους. 
Και δεύτερον, επειδή μετά από τόσους αιώνες προόδου στην επιστήμη και στην τεχνολογία, αυτό το "ignoramus et ignorabimus" έρχεται και ξανάρχεται να επιβεβαιώσει το "εν οίδα, ότι ουδέν οίδα" του Σωκράτη. 
Και κάπου εκεί, θεωρώ πως βρίσκεται το ήθος της επιστήμης και η δυναμική της. 





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εδώ υποστηρίζουμε τα ελληνικά γράμματα. Σεβόμαστε τον κώδικα επικοινωνίας του διαδικτύου και δεν "φωνάζουμε" χρησιμοποιώντας κεφαλαία. Είμαστε ευγενικοί και κουβεντιάζουμε πολιτισμένα.